Έργα που γίνονται κλασσικά συνήθως καταπιάνονται με θέματα που αφορούν σε πανανθρώπινα ερωτήματα που αφορούν στην συνθήκη της ανθρώπινης ύπαρξης. Ένα τέτοιο έργο είναι και οι “Βρικόλακες” του Νορβηγού συγγραφέα Χένρικ Ίψεν. Στον τάφο του στήσαν μια αξίνα για να συμβολίζει τον άνθρωπο που έσκαψε βαθιά στην ανθρώπινη ψυχή. Η υποταγή στο καθήκον, η υποκρισία, η επιδίωξη της ευτυχίας, η σχέση μάνας και γιου, είναι κάποια από τα θέματα που πραγματεύεται το έργο αυτό. Ξεχωρίζω για το σημείωμά μας το ζήτημα της ανθρώπινης ελευθερίας.
Ο γιος της οικογένειας, ο Όσβαλντ, είναι ζωγράφος, δηλαδή “δημιουργός” ο οποίος μάλιστα ζει και εργάζεται στο Παρίσι. Στο έργο όμως τον συναντούμε να επιστρέφει στο σπίτι του πατέρα, μια επιστροφή που σηματοδοτεί ένα πεπρωμένο αναπόδραστο. Επιστρέφει πίσω δέσμιος μιας σκληρής κληρονομιάς που τελικά του στερεί τη ζωή και τον στραγγίζει από κάθε δυνατότητα έμπνευσης και δημιουργίας.
Η κρίσιμη καμπή που αλλάζει τα πάντα στην ζωή του είναι μια διάγνωση! Ο γιατρός εξηγώντας τα συμπτώματα που εμφανίζει ενώ ζει και εργάζεται στο Παρίσι του λέει “έχετε κάτι εκ γενετής, κάτι το σκουληκιασμένο”. Και στη συνέχεια όταν ο Όσβαλντ επίμονα του ζητά εξηγήσεις ο γιατρός λέει μόνο μία φράση: “αμαρτίαι γονέων”. Μια φράση που ο Ίψεν βάζει στο κείμενό του να επαναλαμβάνεται τρεις φορές. Πόσο ελεύθερος είναι τελικά ο άνθρωπος; Στον σκοτεινό οίκο των Άλβιν υπάρχουν μυστικά που σφίγγουν σαν κλοιός γύρω από τους πρωταγωνιστές. Εκεί μέσα δεν γεννιέσαι ουδέτερος αλλά σημαδεμένος εξ αρχής. Στην παράσταση του έργου στο θέατρο Τέχνης το 2019 ο σκηνοθέτης Δημήτρης Καρατζάς το υπογραμμίζει μέσα από ένα σκηνοθετικό εύρημα. Οι ηθοποιοί κινούνται πάνω στη σκηνή με τρόπο γεωμετρικό διαγράφοντας ευθείες γραμμές ή γωνίες όταν περπατούν. Σαν να υπάρχει ένα αδιόρατο πεπρωμένο, μια μοίρα προδιαγεγραμμένη που τους καθορίζει. Ίσως η μόνη πράξη ελευθερίας είναι η επιλογή του θανάτου με την οποία κλείνει και το έργο. Στην παράσταση του Δημήτρη Καρατζά υπάρχει και μία ακόμη ενδιαφέρουσα σκηνοθετική οδηγία. Συχνά ο πάστορας κατευθύνει με την κίνηση του δαχτύλου του τις κινήσεις των διαφόρων προσώπων τα οποία μοιάζουν πλήρως υποταγμένα στη βούλησή του. Άραγε ο πάστορας αντιπροσωπεύει εδώ μια θρησκευτικότητα καταπιεστική και ασφυκτική ή μήπως, ακόμη βαθύτερα, την παντοδύναμη βούληση του Θεού;
Το θέμα της ανθρώπινης ελευθερίας θεωρείται από αρκετούς σχεδόν ως κάτι το αυταπόδεικτο. Είναι όμως τόσο απλό; Εδώ ο προβληματισμός του Ίψεν πιστεύω συναντά την υποψιασμένη προσέγγιση που βρίσκουμε στην Γραφή. Ο άνθρωπος “έχει” κληρονομημένο “κάτι εκ γενετής, κάτι το σκουληκιασμένο” και ζει μέσα στον σκοτεινό “οίκο των Άλβιν”. Ποιος θα μπορέσει να “σηκώσει το βάρος από την ψυχή” του; Ή όπως ρωτά ο Όσβαλτ “την αγωνία ποιος θα μου την πάρει;” Το έργο του Ίψεν καταλήγει με τον πρωταγωνιστή να ζητά, να λαχταρά τον ήλιο…