210 32 31 079 [email protected]
BLOG

Πολιτισμός

Πρέπει να μιλήσουμε για τον Μπρούνο

Πρέπει να μιλήσουμε για τον Μπρούνο

Η ταινία της Disney “Encanto” μας δείχνει τον Σωτήρα!

σκέψεις του RYAN MACDONALD στο thegospelcoalition.org

Tο τραγούδι «Δεν μιλούν για τον Μπρούνο» βρίσκεται στην πρώτη δεκάδα του παγκόσμιου billboard για 14 συνεχόμενες εβδομάδες, ενώ έχει σκαρφαλώσει και στην 1η θέση! Όλα αυτά γιατί τα παιδιά μας ζητούν να παίζει ασταμάτητα στο αυτοκίνητο, στο σπίτι και δε σταματούν να το τραγουδούν.

Ομολογουμένως το τραγούδι είναι πολύ πιασάρικο και ξεχωρίζει από την ταινία για καλό λόγο! Ο μυστηριώδης, αποξενωμένος θείος Μπρούνο αποδεικνύεται πως είναι το επίκεντρο της πλοκής του Encanto. Η ιστορία ακολουθεί μια μαγική οικογένεια, τους Μαντριγάλ, σε ένα κρυφό μέρος της Κολομβίας που ονομάζεται Encanto (στα αγγλικά σημαίνει «γοητευμένος» ή «χαρά /απόλαυση»). Η μαγεία του Encanto έχει ευλογήσει όλα τα παιδιά των Μαντριγάλ με ξεχωριστά χαρίσματα εκτός από τη Μίραμπελ. Η περίεργη έλλειψη χαρίσματος της Μίραμπελ είναι η πρώτη ένδειξη ότι η μαγεία του Encanto βρίσκεται σε κίνδυνο. Η Μίραμπελ ξεκινά την αναζήτησή της για να ανακαλύψει το πρόβλημα κι έτσι οδηγείται στον Μπρούνο, ο οποίος έχει απορριφθεί από την οικογένεια λόγω των προφητειών του για καταστροφή. Ο Μπρούνο προειδοποιούσε τα μέλη της οικογένειας για το μέλλον και όταν πραγματοποιούνταν οι προβλέψεις του, όλοι τον κατηγορούσαν!

Αυτή είναι η δυναμική του «Δεν μιλούν για τον Μπρούνο». Ακούστε το εδώ:  

 

Καθώς έβλεπα την ταινία δεν μπορούσα να μην παρατηρήσω τους παραλληλισμούς μεταξύ του Μπρούνο (του προφήτη που τον απέρριψαν επειδή λέει την αλήθεια) και του Ιησού Χριστού. Αμφιβάλλω αν κάποιος από αυτούς τους παραλληλισμούς δημιουργήθηκε από τη Disney και είναι πιο σοφό να αποφεύγουμε να βλέπουμε στους χαρακτήρες των ταινιών περισσότερο τον «τύπο του Χριστού» από όσο υπάρχει. Αλλά, όπως θα έλεγε και η Sally Lloyd-Jones, το “Encanto” είναι μια ταινία που ψιθυρίζει το όνομα του Ιησού. Ορίστε τι εννοώ.

1. Ο προφήτης απορρίπτεται και φιμώνεται επειδή λέει την αλήθεια.

Όπως ο Χριστός, ο Μπρούνο είναι ένας προφήτης χωρίς αναγνώριση στην πατρίδα του (Μάρκος 6:4). Ο καλοπροαίρετος θείος Μπρούνο λέει την αλήθεια σε όσους αγαπά με θέλοντας να τους προετοιμάσει γι’ αυτό που θα ακολουθήσει. Ωστόσο, αντί να λάβουν την προειδοποίηση, όσοι ακούν τα λόγια του, δεν κατανοούν τις προβλέψεις του και τον κατηγορούν πως προκαλεί την καταστροφή. Το ίδιο ισχύει και για τον Χριστό στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου (κεφ. 12), όταν ο Ιησούς βγάζει το δαιμόνιο από έναν τυφλό και κωφάλαλο άνδρα. Οι Φαρισαίοι παρακολουθούν αυτό το θαύμα αλλά κατηγορούν τον Ιησού πως το έκανε με τη δύναμη του Σατανά (εδ. 24). Ο Ιησούς τους εξηγεί ότι αν ο Σατανάς επιτεθεί στον εαυτό του, το βασίλειό του σύντομα θα καταρρεύσει. «Αν όμως εγώ βγάζω τα δαιμόνια με το Πνεύμα του Θεού», συνεχίζει ο Ιησούς, «αυτό σημαίνει πως έφτασε σ’ εσάς η βασιλεία του Θεού» (Ματθαίος 12:28).

Έτσι και η οικογένεια των Μαντριγάλ, ως «μια διχασμένη οικογένεια», κυριολεκτικά καταρρέει. «Πώς θα σταθεί πια η κυριαρχία της;» Οι Μαντριγάλ δεν μπορούν να δουν ότι ο Μπρούνο μπορεί να είναι ένας προφήτης που φέρνει τη βασιλεία και αντί να την καταστρέφει.

Όπως και ο Μπρούνο, ο προφήτης που λέει την αλήθεια, ο Ιησούς Χριστός, απορρίπτεται από τους ίδιους τους οπαδούς του, ακόμη κι από κάποιους που ανήκουν στον στενό κύκλο του, όπως ο Πέτρος, ο οποίος μαλώνει τον Ιησού επειδή φανερώνει τα πάθη του (Ματθαίος 16:22) και στη συνέχεια αρνείται ότι Τον γνωρίζει (Ματθαίος 26:69–75). Στην πραγματικότητα, η θρασύτατη άρνηση του Πέτρου για οποιαδήποτε σχέση με τον Ιησού μοιάζει πολύ με την ντροπή των Μαντριγάλ που τους οδηγεί να κόψουν κάθε επαφή με τον Μπρούνο. Ο Πέτρος και οι άλλοι που εγκατέλειψαν τον Ιησού μπορεί επίσης να είπαν: «Δεν μιλάμε για τον Ιησού!»

Ο Ιησούς «ήρθε στον τόπο το δικό του, και οι δικοί του δεν τον δέχτηκαν» (Ιωάννης 1:11). Όπως ο Μπρούνο, έτσι και ο Ιησούς είναι ένας προφήτης που, επειδή λέει την αλήθεια, οι δικοί του άνθρωποι Τον απορρίπτουν και Τον αποφεύγουν.

2. Ο προφήτης που απέρριψαν και φίμωσαν είναι στην πραγματικότητα αυτός που κρατά την οικογένεια ενωμένη.

Η οικογένεια Μαντριγάλ νόμιζε ότι ο Μπρούνο είχε φύγει. Ωστόσο, στην αναζήτηση της αλήθειας η Μιραμπέλ ανακαλύπτει ότι στην πραγματικότητα ζει μέσα στους τοίχους του οικογενειακού τους σπιτιού. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Κρατάει και το σπίτι ενωμένο. Παρόλο που τον έχουν απορρίψει, ο Μπρούνο παραμένει ενεργός, εργάζεται ανιδιοτελώς για το καλό της οικογένειας. Επισκευάζει τους ραγισμένους τοίχους που προκλήθηκαν από την άδικη απόρριψή του από την  ίδια του την οικογένεια.

Ο Μπρούνο, ο γιος που απορρίφθηκε, είναι αυτός που μεσολαβεί για λογαριασμό της ίδιας της οικογένειας που τον πρόδωσε. Τι υπέροχη εικόνα του Χριστού! Ενώ βρισκόταν στον σταυρό, οι Φαρισαίοι και οι αρχιερείς τον κορόιδευαν: «Τους άλλους τους έσωσε· τον εαυτό του δεν μπορεί να τον σώσει». (Ματθαίος 27:42). Αλλά όπως επισημαίνει ο D. A. Carson «Αν είχε σώσει τον εαυτό Του, δεν θα μπορούσε να σώσει άλλους. Ο μόνος τρόπος για να σώσει τους άλλους, ήταν ακριβώς με το να μην σώσει τον εαυτό Του». Η ομορφιά της ανιδιοτελούς αγάπης του Χριστού για την οικογένειά του, ακόμα και όταν Τον έχουν απορρίψει, αποτυπώνεται καλύτερα στα λόγια Του στον σταυρό: «Πατέρα, συγχώρεσέ τους, γιατί δεν ξέρουν τι κάνουν» (Λουκάς 23:34). Και ο Μπρούνο θρηνεί που η οικογένειά του δεν ξέρει τι κάνει, αλλά τους αγαπά ούτως ή άλλως και τους συγχωρεί πρόθυμα.

3. Η οικογένεια «θεραπεύεται» μόνο όταν δεχτεί πίσω τον προφήτη που απέρριψε.

Η λύση στο πρόβλημα του Encanto έρχεται όταν η οικογένεια αγκαλιάζει τον Μπρούνο και τον δέχεται πίσω. Το τραγούδι που παίζει κατά τη διάρκεια αυτής της όμορφης σκηνής της αποκατάστασης ονομάζεται «Όλοι εσείς εδώ» (“All of You”). Η γιαγιά, η οποία είναι η αρχηγός της οικογένειας, καλωσορίζει τον Μπρούνο με ανοιχτές αγκάλες τραγουδώντας: «Το θαύμα το κρατάς, το ζεις το ξεπερνάς, το θαύμα είναι αυτό: όλοι εσείς εδώ. Το θαύμα το κοιτώ, όλοι εδώ!» Μόνο αφού η οικογένεια δεχτεί τον Μπρούνο ως «θαύμα», μπορούν να αρχίσουν να θεραπεύουν και να ξαναχτίζουν τον χαλασμένο παράδεισό τους. read more

Oι προκλήσεις και οι ευκαιρίες μιας κρίσης

Oι προκλήσεις και οι ευκαιρίες μιας κρίσης

[Το κείμενο που ακολουθεί είναι η διευρυμένη διατύπωση κάποιων σκέψεών μου που παρουσιάστηκαν σε μία σύντομη συνέντευξη μου για το City to City Europe με γενικό τίτλο: Α Centered Approach to a Crisis]

Οι προκλήσεις

1. Δεν είναι όλες οι κρίσεις το ίδιο. Ούτε και όλες γεννούν τις ίδιες αντιδράσεις και στάσεις. Ο David Brooks υποστήριξε ότι “κάποιες καταστροφές, όπως τυφώνες και σεισμοί μπορούν να φέρουν τους ανθρώπους κοντά αλλά εάν η ιστορία μας διδάσκει κάτι τότε οι πανδημίες συνήθως απομακρύνουν τον έναν από τον άλλο”. Η συγκεκριμένη κρίση ανήκει στο δεύτερο είδος. Είναι μία κρίση που γεννά κοινωνικό φόβο και απόσταση. Ακούμε συχνά ότι ο κώδικας συμπεριφοράς μας είναι το να βλέπουμε τον εαυτό μας ως πιθανό φορέα. Η άλλη πλευρά αυτής της θεώρησης είναι φυσικά το να δούμε όλους τους άλλους ως πιθανούς φορείς και κατά συνέπεια ως απειλή. Είναι μια κρίση λοιπόν που χτυπά τον κοινωνικό ιστό. Κι εδώ βρίσκεται το παράδοξο. Από την μία το πρόβλημα αυτό μας θυμίζει το πόσο αλληλοεξαρτώμενοι είμαστε από τους άλλους και από την άλλη μας αποξενώνει από αυτούς. Αναδεικνύει την σπουδαιότητα του “δήμου” (επι-δημία / παν-δημία) αλλά και απελευθερώνει ένστικτα εγωϊστικού αμοραλισμού όταν αδειάζουμε τα ράφια για μας, αδιαφορώντας για τους άλλους.

2. Ένα άλλο χαρακτηριστικό που επίσης διαφοροποιεί τις κρίσεις είναι ότι για κάποιες μπορείς να εντοπίσεις τα αίτια και να ιχνηλατήσεις τον φταίχτη. Για την οικονομική κρίση του 2009 υπήρχε κάποιος φταίχτης για να θυμώσουμε εναντίον του: ήταν η Ευρώπη, η Γερμανία, η Μέρκελ, το IMF, οι πολιτικοί μας ή ό,τι τέλος πάντων κάποιος διάλεγε να πιστέψει. Υπάρχουν όμως κάποιες κρίσεις που δεν είναι πολιτικές αλλά υπαρξιακές. Δεν ξέρεις ποιον να ψέξεις. Ποιος φταίει για τον σεισμό; Για το τσουνάμι; Ή τώρα, ποιος φταίει για τον κορωνοϊό; Με ποιους πρέπει να τα βάλουμε; Όταν δεν βρίσκεις άλλον φταίχτη τότε η οργή συχνά προσανατολίζεται προς τον Θεό και τα ερωτήματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα και πολύπλοκα. 

3. Μία ακόμη πρόκληση σε συνθήκες σαν κι αυτήν είναι η καλλιέργεια και αποδοχή μίας μοιρολατρικής μηδενιστικής στάσης απέναντι στη ζωή και γενικά στην ύπαρξη. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία τoυ βιβλίου Epidemics and Society, του σημαντικού μελετητή του φαινομένου της επιδημίας Frank Snowden είναι η ανάγνωση του έργου του Άντον Τσέχωφ μέσα από το πρίσμα του ότι ο ίδιος ήταν θύμα της επιδημίας της φυματίωσης.  Ένα χαρακτηριστικό έργο του είναι οι Τρεις Αδελφές, έργο που έγραψε στο τέλος της ζωής του από φυματίωση. Όπως όλα τα έργα του, έτσι και αυτό περιγράφει ζωές ανθρώπων εγκλωβισμένων σε συνθήκες έξω από τον έλεγχό τους, ανήμπορων να αντιδράσουν και να αποφασίσουν για τον εαυτό τους, παγιδευμένους. Δεν έχουμε τον χώρο να περιγράψουμε όλη την πλοκή. Στο τέλος του έργου και καθώς όλα τα όνειρα και οι φιλοδοξίες έχουν ξεφτίσει, λέει η Ειρήνα, μία από τις αδελφές:“Θα ‘ρθει καιρός που όλοι θα ξέρουμε γιατί γίνονται όλ’ αυτά, γιατί αυτός ο πόνος. Δε θα υπάρχουν πια μυστήρια. Τώρα όμως πρέπει να ζήσoυμε, πρέπει να δουλέψουμε. Μόνο να δουλέψουμε!”. Όμως η επόμενη φράση του Τσεμπουτικιν την ώρα που διαβάζει μια εφημερίδα είναι “δε βαριέσαι! Δε βαριέσαι! Η σκηνή έχει ιδιαίτερη δύναμη: διαβάζει τα “νέα” και αναφωνεί, σε μία πιο κυριολεκτική απόδοση της φράσης, “όλα μένουν τα ίδια, όλα μένουν τα ίδια”! Το έργο κλείνει με την φράση, “αν ξέραμε μονάχα! Αν ξέραμε μονάχα!” Αλλά φυσικά δεν ξέρουμε…

Η αναζήτηση του νοήματος μέσα στην συνθήκη μιας πανδημίας εκλείπει και βουλιάζουμε σε ένα ακατανόητο, βαρετό συνεχές μέσα στο οποίο νιώθουμε εγκλωβισμένοι. Αυτή η συνθηκολόγηση φυσικά ματαιώνει την αναζήτηση καθιστώντας την πράξη της μαρτυρίας ανούσια. 

4. Τέλος σημειώνω μία πρόκληση που έχει να κάνει κυρίως με την εκκλησία και όχι με την ευρύτερη κοινωνία. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι οι virtual λατρείες δεν υποκαθιστούν την εμπειρία της εκκλησίας! Ο Χριστιανισμός έχει στο κέντρο το γεγονός της “ενσάρκωσης”. Το “σώμα”, η “επαφή”, “η εγγύτητα” είναι αδιαπραγμάτευτα στοιχεία της λατρείας μας. Η εκκλησία έχει ως συστατική προϋπόθεσή της την “κλήση εκ”. Δεν έρχεται σε μένα αλλά εγώ κινούμαι προς αυτήν και η κίνηση αυτή την συγκροτεί και την υποστασιοποιεί. Φυσικά η τεχνολογία που μας φέρνει την εκκλησία και την κοινότητα στο σπίτι μας είναι ένα χρήσιμο εργαλείο και το χρησιμοποιούμε με χαρά. Υπάρχει ο κίνδυνος όμως να μπερδέψουμε αυτό που είναι μία “αναγκαία” και “κατ’ οικονομία” χρήση με μία αλλαγή τρόπου ύπαρξης.  

Οι παραπάνω είναι προκλήσεις που βαραίνουν κι εμάς αλλά δυσκολεύουν και την μαρτυρία της εκκλησίας. Από την άλλη όμως υπάρχουν και ευκαιρίες.

Οι ευκαιρίες

Από την άλλη όμως ίσως μία πανδημία όπως αυτή να γεννά νέες ευκαιρίες.

1. Η ματαίωση για την οποία μιλήσαμε έχει μία ιδιαίτερη πτυχή που αξίζει να σημειώσουμε. Οι άνθρωποι σε κρίσεις σαν κι αυτήν που αντιμετωπίζουμε συνειδητοποιούν το πόσο λίγο έλεγχο έχουν πάνω στη ζωή τους. Ακόμη και η δυσκολία να εντοπίσουμε και να ενοχοποιήσουμε κάποιον “φταίχτη” επιτείνει το αίσθημα αυτό. Αυτό είναι ένα από τα θέματα που ανέδειξε ο Καμύ στο έργο του “Η Πανούκλα”. 

Γράφει:

Η βλακεία είναι ανθεκτική, κι αυτό μπορεί να το καταλάβει όποιος δεν σκέφτεται πάντα και μόνο τον εαυτό του. Και ως προς τούτο, οι συμπλίτες μας ήταν σαν όλο τον κόσμο, σκέφτονταν μόνο τον εαυτό τους, μ’ άλλα λόγια, ήταν ανθρωπιστές: δεν πίστευαν στις συμφορές. Η συμφορά δεν έχει ποτέ ανθρώπινα μέτρα, για αυτό λέμε πάντα πως η συμφορά είναι εξωπραγματική, ένα κακό όνειρο που θα περάσει. Δεν περνά όμως πάντοτε, και μόνο οι άνθρωποι περνούν, από εφιάλτη σε εφιάλτη, και πρώτοι απ’ όλους οι ανθρωπιστές, επειδή δεν είχαν λάβει προληπτικά μέτρα. Οι συμπολίτες μας δεν έφταιγαν περισσότερο απ’ όλους τους άλλους, απλώς ξεχνούσαν τι θα πει μετριοφροσύνη, νόμιζαν ότι έχουν την κατάσταση στα χέρια τους και πως οι συμφορές ήταν απίθανες. Έτσι, εξακολουθησαν να κυνηγούν τις ‘υποθέσεις’ τους, να ετοιμάζονται για ταξίδια, να έχουν απόψεις. Πώς να σκεφτούν μια πανούκλα που καταργεί το μέλλον, τις μετακινήσεις, τις συζητήσεις; Πίστευαν πως ήταν ελεύθεροι, όμως ποτέ κανείς δεν θα’ναι ποτέ ελεύθερος όσο υπάρχουν συμφορές read more

Φέρνοντας την Ιερουσαλήμ στην Βαβυλώνα

Φέρνοντας την Ιερουσαλήμ στην Βαβυλώνα

Τις μέρες αυτές η εκκλησία μας ανέλαβε την διοργάνωση ενός συνεδρίου για τα Νότια Βαλκάνια, το Movement Day. Το βασικό του θέμα είναι το πώς η πόλη θα αγγιχθεί από το ευαγγέλιο. Μία από τις βασικές αρχές που διατυπώθηκαν είναι το ότι για να γίνει αυτό, έχει κομβική σημασία το πώς οι Χριστιανοί ζουν ανοιχτά την πίστη τους μέσα στην καθημερινότητά τους. Τι σημαίνει όμως αυτό; Είναι μόνο το να δίνουμε την μαρτυρία μας; Ένας από τους ομιλητές του συνεδρίου ήταν o Toni Gogu πρών υφυπουργός Δικαιοσύνης της Αλβανίας και νυν πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου των Τιράνων. Μας παρουσίασε το πώς νωρίς στην καριέρα του ήρθε αντιμέτωπος με την ερώτηση: έχει θέση ο Θεός μέσα στο δικαστικό σύστημα; Ενδιαφέρεται για αυτό; Κι αν ναι τι σημαίνει αυτό για κάποιον που θέλει να Τον ακολουθήσει; Η μαρτυρία του ήταν συναρπαστική και διδακτική. Δεν θα την αναπαράγω εδώ. Θα ήθελα όμως να σταθώ μόνο σε ένα σχόλιό του που μου έκανε τρομερή εντύπωση. Μιλώντας για τον Δανιήλ που προσπαθεί να ζήσει ως πιστός μέσα στην Βαβυλώνα αναφέρθηκε στη συνήθεια του Δανιήλ να προσεύχεται με τα παράθυρα ανοιχτά προς την Ιερουσαλήμ. Συχνά, σχολίασε, θεωρούμε ότι αυτό το έκανε για να “στείλει” την προσευχή του προς την Ιερουσαλήμ. Ίσως αξίζει να σκεφτούμε ότι η κατεύθυνση ήταν η ακριβώς αντίθετη. Δηλαδή, το έκανε για να “φέρει” την Ιερουσαλήμ στην Βαβυλώνα. Τι σημαίνει άραγε για τον καθένα μας το να φέρουμε την “Ιερουσαλήμ” – δηλαδή τις αρχές και τον αέρα της πόλης του Θεού μέσα στην Βαβυλώνα της καθημερινότητάς μας; Απαντώντας αυτό το ερώτημα θα αρχίσουμε να διαμορφώνουμε μία θεολογία της εργασίας κάτι που έχουμε όλοι τόσο ανάγκη!

Το θέμα της “ανεκτικότητας”: Ένας χριστιανικός στοχασμός

Το θέμα της “ανεκτικότητας”: Ένας χριστιανικός στοχασμός

Το κείμενο που ακολουθεί είναι η ομιλία που έκανε ο ποιμένας της εκκλησίας μας Γιώτης Κανταρτζής στην εκδήλωση για το “Έτος της Ανεκτικότητας” που οργάνωσε στην Αθήνα η πρεσβεία των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (η εικόνα είναι το λογότυπο του έτους Ανεκτικότητας που εορτάζουν οι χώρες του Κόλπου). 

Ένα από τα πιεστικότερα και πλέον επίκαιρα ερωτήματα με τα οποία καλούμαστε να αναμετρηθούμε είναι το πώς θα μπορέσουμε να ζήσουμε μαζί και από κοινού με ανθρώπους και ομάδες με τους οποίους έχουμε βαθιές θρησκευτικές διαφορές. Η μετανάστευση και στην περίπτωσή μας η προσφυγική κρίση, η οικονομική παγκοσμιοποίηση αλλά και η εποχή του διαδικτύου μείωσε τις αποστάσεις και μας έφερε σε άμεση επαφή και διάδραση με λαούς, πολιτισμούς και παραδόσεις που στο παρελθόν θα μας ήταν άγνωστοι ή έστω γνωστοί από απόσταση.  Πώς λοιπόν μπορούμε να συνυπάρξουμε ειρηνικά; 

Πριν περάσω να παρουσιάσω μια πρόταση που αναφύεται μέσα από τις ρίζες της δικής μου θρησκευτική παράδοσης – δηλαδή της χριστιανικής – θα ήθελα να σχολιάσω μερικές άλλες εναλλακτικές οι οποίες υποστηρίζονται από πολλούς και οι οποίες πρέπει κατά τη γνώμη μου να απορριφθούν.

Η πιο χαρακτηριστική σύγχρονη πρόταση για οικοδόμηση κοινωνιών ανοχής είναι ο περιορισμός της θρησκευτικής έκφρασης στον χώρο του ιδιωτικού. Είναι η απώθησή της από κάθε δημόσια εκδήλωση δημιουργώντας έτσι αυτό που διάφοροι κοινωνιολόγοι ονόμασαν “απογυμνωμένη δημόσια σφαίρα” (naked public square ή κατά άλλους empty public square).  Σε αυτήν την αντίληψη, ιδιαίτερα διαδεδομένη στο περιβάλλον της δυτικής εκκοσμίκευσης, κεντρικής σημασίας είναι ένα συγκεκριμένο αφήγημα. Σύμφωνα με αυτό η εμφάνιση του Προτεσταντισμού ως άλλου θρησκευτικού πόλου γέννησε μία σειρά θρησκευτικών πολέμων κατά τον 16ο και 17ο αιώνα στην Ευρώπη στους οποίους χριστιανοί διαφορετικών δογμάτων σκότωναν ο ένας τον άλλο λόγω των θεολογικών διαφορών τους. Αυτό το αιματοκύλησμα τελικά σταμάτησε με την εμφάνιση του σύγχρονου έθνους στο οποίο οι θρησκευτικές πεποιθήσεις περιθωριοποιούνται, η νομιμοφροσύνη μεταφέρεται από την εκκλησία στην πολιτεία και το μονοπώλειο της βίας δίνεται στο κράτος. Έτσι το ά-θρησκο κράτος είναι η λύση που δαμάζει τον φανατισμό και τη βία που γεννά η θρησκεία. Η αφήγηση αυτή, ή σύμφωνα με τον William T. Cavanaugh “ο μύθος της θρησκευτικής βίας” έχει χαρακτηριστικά κοσμογονίας και σωτηριολογίας. Δηλαδή, είναι η αφήγηση του πώς ένα αρχέγονο χάος ρυθμίστηκε και οργανώθηκε μέσα από την εμφάνιση μιας θρησκευτικά απογυμνωμένης δημόσιας σφαίρας. Όπως όμως δείχνει ο Cavanaugh το αφήγημα αυτό δεν είναι ούτε αθώο ούτε αμερόληπτο και σίγουρα δεν είναι ιστορικά ορθό. Η θρησκεία και η πολιτική συμπλέκονται και διαπλέκονται με πολλούς και διάφορους τρόπους και ακολουθώντας διάφορες διαδρομές. Η στρατηγική αυτή λοιπόν προτείνει ότι ο δρόμος προς την ανεκτικότητα είναι με τον περιορισμό και την οριοθέτηση της θρησκευτικότητας.

Μία άλλη στρατηγική στην επιδίωξη ανοχής είναι η θρησκευτική σχετικοποίηση. Αναφέρομαι εδώ στον γνωστό ελέφαντα που διάφοροι τυφλοί ψηλαφούν και περιγράφουν δίνοντας ο καθένας όπως είναι αναπόφευκτο ένα μόνο μέρος της μεγάλης αλήθειας. Οι διάφορες θρησκείες, σύμφωνα με αυτήν την θεώρηση, πρέπει να λειτουργούν συμπληρωματικά κάτι σαν κομμάτια ενός παζλ που μόνο εάν μπουν μαζί με τα άλλα συνθέτουν μια πληρότητα. Το πρόβλημα είναι ότι όλες οι γνωστές θρησκείες, τουλάχιστον οι μονοθεϊστικές έρχονται με μία απόλυτη και ολοκληρωτική πεποίθηση περί αλήθειας καθώς επίσης και με μία πλήρη πρόταση ζωής. Δηλαδή θεωρούν ότι είναι όλο το παζλ και όχι απλά κομμάτια του.  Μία άλλη εκδοχή της ίδιας στρατηγικής είναι η άποψη ότι τελικά όλες οι θρησκείες πάνω κάτω λένε το ίδιο και είναι το ίδιο. Πως υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής, ένας πανανθρώπινος πυρήνας αλήθειας που είναι κοινός και αποδεκτός από όλους.  Με τα λόγια ενός αρχαίου σοφού: “οι λάμπες μπορεί να διαφέρουν το φως όμως είναι το ίδιο”. Αντιλήψεις όμως όπως κι αυτή τελικά πάσχουν από την ίδια ρομαντική αισιοδοξία που χαρακτήριζε πολλούς στοχαστές του Διαφωτισμού οι οποίοι πίστευαν ότι όλοι οι άνθρωποι  θέλουν την ευημερία τους και ότι υπάρχει ένα οικουμενικά αποδεκτό όραμα για το “κοινό καλό” που μόλις οι άνθρωποι αντιληφθούν θα το επιδιώξουν, κάτι που αναπόφευκτα θα οδηγούσε στο τέλος της ιστορίας. Σήμερα όμως, κόντρα σε όλες τις προβλέψεις, παραμένουμε σε έναν κόσμο θρυμματισμένο και διαιρεμένο ανάμεσα σε ανταγωνιστικές ιδεολογίες και εσχατολογίες.

Επιστρέφουμε λοιπόν στο ερώτημα. Πώς ζούμε μαζί με ανθρώπους και ομάδες άλλων θρησκειών λαμβάνοντας υπόψη μας ότι συχνά αυτό σημαίνει διαφορές που είναι απόλυτες, ολικές και αγεφύρωτες; Η πρόταση που θα παρουσιάσω γεννιέται από ένα πλέγμα αρχών που συνδέονται με τη χριστιανική μου πίστη και παράδοση. Αυτές παρουσιάζονται με ευκρίνεια στο βιβλίο Public Faith, του Miroslav Volf, Κροάτη διαμαρτυρόμενου καθηγητή θεολογίας στο Yale. Εκεί βρίσκουμε τέσσερις βασικές θέσεις – αρχές που μαζί συνθέτουν το αναγκαίο θεολογικό πλαίσιο μιας χριστιανικής πρότασης: 

  1. Επειδή υπάρχει ένας Θεός όλοι οι άνθρωποι έχουν κοινή καταγωγή και για αυτό ίδια αξία
  2. Η κεντρική ηθική επιταγή της Βίβλου είναι να αγαπούμε τον πλησίον μας ως εαυτόν δηλαδή σύμφωνα με τον χρυσό κανόνα να τον μεταχειριζόμαστε όπως θα θέλαμε να μας μεταχειριστεί κι αυτός
  3. Δεν πρέπει να διεκδικουμε για τους εαυτούς μας ή για την ομάδα μας δικαιώματα που δεν είμαστε πρόθυμοι να δώσουμε και στους άλλους
  4. Η θρησκεία, είτε ως στάση καρδιάς, είτε ως εξωτερική πρακτική δεν μπορεί να επιβληθεί σε κάποιον

Εύκολα ελπίζω ότι παρατηρούμε ότι αυτές οι αρχές δίνουν το πλαίσιο για κάτι αρκετά διαφορετικό από την “ανεκτικότητα”. Όπως ορθά σημειώνει ο γνωστός ευαγγελικός κοινωνικός αναλυτής Os Guiness η γλώσσα της ανεκτικότητας παραπέμπτει σε μία συγκατάβαση. Είναι μία χειρονομία δήθεν γενναιοδωρίας του δυνατού προς τον αδύνατο. Αυτού που κατέχει εξουσία προς τον ανίσχυρο. Της πλειοψηφίας προς την μειονότητα. Η ίδια η γλώσσα της ανεκτικότητας μεταφέρει την συζήτηση στο πεδίο άσκησης εξουσίας.  Η χριστιανική πρόταση πρέπει να είναι κάτι διαφορετικό, είναι η “φιλοξενία”. Η φιλοξενία δεν ακυρώνει την απόσταση και τη διαφορετικότητα, τουναντίον την προϋποθέτει. Για να υπάρχει φιλοξενία πρέπει να υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ του οικείου και του ξένου, του όμοιου και του διαφορετικού. Ταυτόχρονα όμως προϋποθέτει την πρόθυμη προσφορά χώρου και την ενεργητική έκφραση αγάπης. Στην καρδιά της χριστιανικής θεολογίας υπάρχει η πίστη ότι ο Θεός αγάπησε τον κόσμο και ότι ο Χριστός πέθανε από αγάπη για τους αμαρτωλούς (Ιωάννης 3:16, Ρωμ. 5:6). Έτσι οι Χριστιανοί μαθαίνουν να αγαπούν όχι μόνο τον πλησίον τους αλλά και τον εχθρό τους. Η αγάπη έτσι εξ ορισμού δεν σημαίνει συμφωνία και επιδοκιμασία. Σημαίνει υπέρβαση, προσφορά, υπηρεσία και ευσπλαχνία. Σημαίνει το να μοιραστείς το ίδιο τραπέζι για να φας μαζί με τον άλλο, είτε αυτός είναι φαρισαίος, είτε τελώνης.  read more

Ζωή με τον “τρόπο του τροχού”

Ζωή με τον “τρόπο του τροχού”

Στην ταινία Wonder Wheel ο Woody Allen καταφέρνει να αφηγηθεί με θεατρικό τρόπο την ζωή μιας οικογένειας εστιάζοντας στο πρόσωπο της Ginny (Kate Winslet). Το κλειδί που ξεκλειδώνει το νόημά της είναι ο τροχός – the wonder wheel – που βρίσκεται στο background της ταινίας, ρίχνοντας την σκιά του στη ζωή της. Είναι ο τροχός που τους κρύβει τον ωκεανό, που κόβει τη θέα και περιορίζει τον ορίζοντα, κυριολεκτικά αλλά και συμβολικά. Κι όχι μόνο, το βράδυ ρίχνει το φως του μέσα στο φθαρμένο σπιτικό χρωματίζοντάς το μπλε και κόκκινο, ξανά και ξανά. Η Ginny είναι μία γυναίκα καταδικασμένη να ζει με τον τρόπο του τροχού, δηλαδή να επαναλαμβάνει μοιραία τα ίδια λάθη (την απιστία προς τον άνδρα της, το ποτό). Πιστεύει ότι μέσα από τον έρωτα με έναν νεότερο άνδρα θα βρει διέξοδο, θα καταφέρει να σπάσει τον φαύλο κύκλο, να ξεφύγει από τον τροχό. Η ταινία όμως τελειώνει με το γκρέμισμα της ελπίδας. Ο τροχός επιστρέφει ξανά εκεί που ξεκίνησε. Το ενδιαφέρον είναι ότι την αφελή ονειροπόληση τώρα την αντικαθιστά ο άχρωμος κυνισμός. Η ταινία κλείνει με μια συζήτηση απόλυτα κοινότοπη και ανούσια. Η ζωή συνεχίζεται…. Ποια ζωή; Ένας τροχός που πια δεν επιφυλάσσει καμία έκπληξη κανέναν θαυμασμό, καμία προσδοκία. 

Σχολιάζοντας ένα μυθιστόρημα με ανάλογη κατάληξη, ο Σταύρος Ζουμπουλάκης γράφει: “… Η ζωή συνεχίζεται – Σε πάμπολλες περιπτώσεις δεν υπάρχει κουβέντα πιο σκληρή από αυτή”. 

Οι “Βρικόλακες” του Ίψεν και το ερώτημα της ελευθερίας

Οι “Βρικόλακες” του Ίψεν και το ερώτημα της ελευθερίας

Έργα που γίνονται κλασσικά συνήθως καταπιάνονται με θέματα που αφορούν σε πανανθρώπινα ερωτήματα που αφορούν στην συνθήκη της ανθρώπινης ύπαρξης. Ένα τέτοιο έργο είναι και οι “Βρικόλακες” του Νορβηγού συγγραφέα Χένρικ Ίψεν. Στον τάφο του στήσαν μια αξίνα για να συμβολίζει τον άνθρωπο που έσκαψε βαθιά στην ανθρώπινη ψυχή. Η υποταγή στο καθήκον, η υποκρισία, η επιδίωξη της ευτυχίας, η σχέση μάνας και γιου, είναι κάποια από τα θέματα που πραγματεύεται το έργο αυτό. Ξεχωρίζω για το σημείωμά μας το ζήτημα της ανθρώπινης ελευθερίας. 

Ο γιος της οικογένειας, ο Όσβαλντ, είναι ζωγράφος, δηλαδή “δημιουργός” ο οποίος μάλιστα ζει και εργάζεται στο Παρίσι. Στο έργο όμως τον συναντούμε να επιστρέφει στο σπίτι του πατέρα, μια επιστροφή που σηματοδοτεί ένα πεπρωμένο αναπόδραστο. Επιστρέφει πίσω δέσμιος μιας σκληρής κληρονομιάς που τελικά του στερεί τη ζωή και τον στραγγίζει από κάθε δυνατότητα έμπνευσης και δημιουργίας. 

Η κρίσιμη καμπή που αλλάζει τα πάντα στην ζωή του είναι μια διάγνωση! Ο γιατρός εξηγώντας τα συμπτώματα που εμφανίζει ενώ ζει και εργάζεται στο Παρίσι του λέει “έχετε κάτι εκ γενετής, κάτι το σκουληκιασμένο”. Και στη συνέχεια όταν ο Όσβαλντ επίμονα του ζητά εξηγήσεις ο γιατρός λέει μόνο μία φράση: “αμαρτίαι γονέων”. Μια φράση που ο Ίψεν βάζει στο κείμενό του να επαναλαμβάνεται τρεις φορές. Πόσο ελεύθερος είναι τελικά ο άνθρωπος; Στον σκοτεινό οίκο των Άλβιν υπάρχουν μυστικά που σφίγγουν σαν κλοιός γύρω από τους πρωταγωνιστές. Εκεί μέσα δεν γεννιέσαι ουδέτερος αλλά σημαδεμένος εξ αρχής. Στην παράσταση του έργου στο θέατρο Τέχνης το 2019 ο σκηνοθέτης Δημήτρης Καρατζάς το υπογραμμίζει μέσα από ένα σκηνοθετικό εύρημα. Οι ηθοποιοί κινούνται πάνω στη σκηνή με τρόπο γεωμετρικό διαγράφοντας ευθείες γραμμές ή γωνίες όταν περπατούν. Σαν να υπάρχει ένα αδιόρατο πεπρωμένο, μια μοίρα προδιαγεγραμμένη που τους καθορίζει. Ίσως η μόνη πράξη ελευθερίας είναι η επιλογή του θανάτου με την οποία κλείνει και το έργο. Στην παράσταση του Δημήτρη Καρατζά υπάρχει και μία ακόμη ενδιαφέρουσα σκηνοθετική οδηγία. Συχνά ο πάστορας κατευθύνει με την κίνηση του δαχτύλου του τις κινήσεις των διαφόρων προσώπων τα οποία μοιάζουν πλήρως υποταγμένα στη βούλησή του. Άραγε ο πάστορας αντιπροσωπεύει εδώ μια θρησκευτικότητα καταπιεστική και ασφυκτική ή μήπως, ακόμη βαθύτερα, την παντοδύναμη βούληση του Θεού; 

Το θέμα της ανθρώπινης ελευθερίας θεωρείται από αρκετούς σχεδόν ως κάτι το αυταπόδεικτο. Είναι όμως τόσο απλό; Εδώ ο προβληματισμός του Ίψεν πιστεύω συναντά την υποψιασμένη προσέγγιση που βρίσκουμε στην Γραφή. Ο άνθρωπος “έχει” κληρονομημένο “κάτι εκ γενετής, κάτι το σκουληκιασμένο” και ζει μέσα στον σκοτεινό “οίκο των Άλβιν”. Ποιος θα μπορέσει να “σηκώσει το βάρος από την ψυχή” του; Ή όπως ρωτά ο Όσβαλτ “την αγωνία ποιος θα μου την πάρει;” Το έργο του Ίψεν καταλήγει με τον πρωταγωνιστή να ζητά, να λαχταρά τον ήλιο…

Pin It on Pinterest