[Το κείμενο που ακολουθεί είναι η διευρυμένη διατύπωση κάποιων σκέψεών μου που παρουσιάστηκαν σε μία σύντομη συνέντευξη μου για το City to City Europe με γενικό τίτλο: Α Centered Approach to a Crisis]
Οι προκλήσεις
1. Δεν είναι όλες οι κρίσεις το ίδιο. Ούτε και όλες γεννούν τις ίδιες αντιδράσεις και στάσεις. Ο David Brooks υποστήριξε ότι “κάποιες καταστροφές, όπως τυφώνες και σεισμοί μπορούν να φέρουν τους ανθρώπους κοντά αλλά εάν η ιστορία μας διδάσκει κάτι τότε οι πανδημίες συνήθως απομακρύνουν τον έναν από τον άλλο”. Η συγκεκριμένη κρίση ανήκει στο δεύτερο είδος. Είναι μία κρίση που γεννά κοινωνικό φόβο και απόσταση. Ακούμε συχνά ότι ο κώδικας συμπεριφοράς μας είναι το να βλέπουμε τον εαυτό μας ως πιθανό φορέα. Η άλλη πλευρά αυτής της θεώρησης είναι φυσικά το να δούμε όλους τους άλλους ως πιθανούς φορείς και κατά συνέπεια ως απειλή. Είναι μια κρίση λοιπόν που χτυπά τον κοινωνικό ιστό. Κι εδώ βρίσκεται το παράδοξο. Από την μία το πρόβλημα αυτό μας θυμίζει το πόσο αλληλοεξαρτώμενοι είμαστε από τους άλλους και από την άλλη μας αποξενώνει από αυτούς. Αναδεικνύει την σπουδαιότητα του “δήμου” (επι-δημία / παν-δημία) αλλά και απελευθερώνει ένστικτα εγωϊστικού αμοραλισμού όταν αδειάζουμε τα ράφια για μας, αδιαφορώντας για τους άλλους.
2. Ένα άλλο χαρακτηριστικό που επίσης διαφοροποιεί τις κρίσεις είναι ότι για κάποιες μπορείς να εντοπίσεις τα αίτια και να ιχνηλατήσεις τον φταίχτη. Για την οικονομική κρίση του 2009 υπήρχε κάποιος φταίχτης για να θυμώσουμε εναντίον του: ήταν η Ευρώπη, η Γερμανία, η Μέρκελ, το IMF, οι πολιτικοί μας ή ό,τι τέλος πάντων κάποιος διάλεγε να πιστέψει. Υπάρχουν όμως κάποιες κρίσεις που δεν είναι πολιτικές αλλά υπαρξιακές. Δεν ξέρεις ποιον να ψέξεις. Ποιος φταίει για τον σεισμό; Για το τσουνάμι; Ή τώρα, ποιος φταίει για τον κορωνοϊό; Με ποιους πρέπει να τα βάλουμε; Όταν δεν βρίσκεις άλλον φταίχτη τότε η οργή συχνά προσανατολίζεται προς τον Θεό και τα ερωτήματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα και πολύπλοκα.
3. Μία ακόμη πρόκληση σε συνθήκες σαν κι αυτήν είναι η καλλιέργεια και αποδοχή μίας μοιρολατρικής μηδενιστικής στάσης απέναντι στη ζωή και γενικά στην ύπαρξη. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία τoυ βιβλίου Epidemics and Society, του σημαντικού μελετητή του φαινομένου της επιδημίας Frank Snowden είναι η ανάγνωση του έργου του Άντον Τσέχωφ μέσα από το πρίσμα του ότι ο ίδιος ήταν θύμα της επιδημίας της φυματίωσης. Ένα χαρακτηριστικό έργο του είναι οι Τρεις Αδελφές, έργο που έγραψε στο τέλος της ζωής του από φυματίωση. Όπως όλα τα έργα του, έτσι και αυτό περιγράφει ζωές ανθρώπων εγκλωβισμένων σε συνθήκες έξω από τον έλεγχό τους, ανήμπορων να αντιδράσουν και να αποφασίσουν για τον εαυτό τους, παγιδευμένους. Δεν έχουμε τον χώρο να περιγράψουμε όλη την πλοκή. Στο τέλος του έργου και καθώς όλα τα όνειρα και οι φιλοδοξίες έχουν ξεφτίσει, λέει η Ειρήνα, μία από τις αδελφές:“Θα ‘ρθει καιρός που όλοι θα ξέρουμε γιατί γίνονται όλ’ αυτά, γιατί αυτός ο πόνος. Δε θα υπάρχουν πια μυστήρια. Τώρα όμως πρέπει να ζήσoυμε, πρέπει να δουλέψουμε. Μόνο να δουλέψουμε!”. Όμως η επόμενη φράση του Τσεμπουτικιν την ώρα που διαβάζει μια εφημερίδα είναι “δε βαριέσαι! Δε βαριέσαι! Η σκηνή έχει ιδιαίτερη δύναμη: διαβάζει τα “νέα” και αναφωνεί, σε μία πιο κυριολεκτική απόδοση της φράσης, “όλα μένουν τα ίδια, όλα μένουν τα ίδια”! Το έργο κλείνει με την φράση, “αν ξέραμε μονάχα! Αν ξέραμε μονάχα!” Αλλά φυσικά δεν ξέρουμε…
Η αναζήτηση του νοήματος μέσα στην συνθήκη μιας πανδημίας εκλείπει και βουλιάζουμε σε ένα ακατανόητο, βαρετό συνεχές μέσα στο οποίο νιώθουμε εγκλωβισμένοι. Αυτή η συνθηκολόγηση φυσικά ματαιώνει την αναζήτηση καθιστώντας την πράξη της μαρτυρίας ανούσια.
4. Τέλος σημειώνω μία πρόκληση που έχει να κάνει κυρίως με την εκκλησία και όχι με την ευρύτερη κοινωνία. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι οι virtual λατρείες δεν υποκαθιστούν την εμπειρία της εκκλησίας! Ο Χριστιανισμός έχει στο κέντρο το γεγονός της “ενσάρκωσης”. Το “σώμα”, η “επαφή”, “η εγγύτητα” είναι αδιαπραγμάτευτα στοιχεία της λατρείας μας. Η εκκλησία έχει ως συστατική προϋπόθεσή της την “κλήση εκ”. Δεν έρχεται σε μένα αλλά εγώ κινούμαι προς αυτήν και η κίνηση αυτή την συγκροτεί και την υποστασιοποιεί. Φυσικά η τεχνολογία που μας φέρνει την εκκλησία και την κοινότητα στο σπίτι μας είναι ένα χρήσιμο εργαλείο και το χρησιμοποιούμε με χαρά. Υπάρχει ο κίνδυνος όμως να μπερδέψουμε αυτό που είναι μία “αναγκαία” και “κατ’ οικονομία” χρήση με μία αλλαγή τρόπου ύπαρξης.
Οι παραπάνω είναι προκλήσεις που βαραίνουν κι εμάς αλλά δυσκολεύουν και την μαρτυρία της εκκλησίας. Από την άλλη όμως υπάρχουν και ευκαιρίες.
Οι ευκαιρίες
Από την άλλη όμως ίσως μία πανδημία όπως αυτή να γεννά νέες ευκαιρίες.
1. Η ματαίωση για την οποία μιλήσαμε έχει μία ιδιαίτερη πτυχή που αξίζει να σημειώσουμε. Οι άνθρωποι σε κρίσεις σαν κι αυτήν που αντιμετωπίζουμε συνειδητοποιούν το πόσο λίγο έλεγχο έχουν πάνω στη ζωή τους. Ακόμη και η δυσκολία να εντοπίσουμε και να ενοχοποιήσουμε κάποιον “φταίχτη” επιτείνει το αίσθημα αυτό. Αυτό είναι ένα από τα θέματα που ανέδειξε ο Καμύ στο έργο του “Η Πανούκλα”.
Γράφει:
“Η βλακεία είναι ανθεκτική, κι αυτό μπορεί να το καταλάβει όποιος δεν σκέφτεται πάντα και μόνο τον εαυτό του. Και ως προς τούτο, οι συμπλίτες μας ήταν σαν όλο τον κόσμο, σκέφτονταν μόνο τον εαυτό τους, μ’ άλλα λόγια, ήταν ανθρωπιστές: δεν πίστευαν στις συμφορές. Η συμφορά δεν έχει ποτέ ανθρώπινα μέτρα, για αυτό λέμε πάντα πως η συμφορά είναι εξωπραγματική, ένα κακό όνειρο που θα περάσει. Δεν περνά όμως πάντοτε, και μόνο οι άνθρωποι περνούν, από εφιάλτη σε εφιάλτη, και πρώτοι απ’ όλους οι ανθρωπιστές, επειδή δεν είχαν λάβει προληπτικά μέτρα. Οι συμπολίτες μας δεν έφταιγαν περισσότερο απ’ όλους τους άλλους, απλώς ξεχνούσαν τι θα πει μετριοφροσύνη, νόμιζαν ότι έχουν την κατάσταση στα χέρια τους και πως οι συμφορές ήταν απίθανες. Έτσι, εξακολουθησαν να κυνηγούν τις ‘υποθέσεις’ τους, να ετοιμάζονται για ταξίδια, να έχουν απόψεις. Πώς να σκεφτούν μια πανούκλα που καταργεί το μέλλον, τις μετακινήσεις, τις συζητήσεις; Πίστευαν πως ήταν ελεύθεροι, όμως ποτέ κανείς δεν θα’ναι ποτέ ελεύθερος όσο υπάρχουν συμφορές”
Η συνειδητοποίηση των ορίων ίσως είναι μία ευκαιρία για να ξαναμιλήσουμε για τον Θεό. Ίσως έχουμε την ευκαιρία να δούμε τι ακριβώς συνιστά ελευθερία και πώς την βρίσκουμε;
2. Όπως υποστήριξε σε άλλο σημείο του βιβλίου του ο Frank Snowden, οι πανδημίες μας βάζουν να σταθούμε μπροστά στον καθρέφτη και να αναρωτηθούμε θεμελιώδη ερωτήματα: “τι μήνυμα μας μεταφέρει η απειλή ενός επικείμενου θανάτου; Που είναι ο Θεός μέσα σε όλα αυτά; Ποια είναι η ευθύνη μας προς τον άλλον;” Τα ερωτήματα αυτά είναι κατεξοχήν θεολογικά! Δεν λέω ότι η κρίση κάνει την απάντησή του πιο εύκολη. Λέω ότι τα επαναφέρει στην συζήτηση. Υπάρχει μεγάλη συζήτηση σχετικά με το ότι στη ευημερούσα Δύση είχαν ξεθωριάσει τα κλασσικά ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης με κεντρικό αυτό του θανάτου. Ο θάνατος ήταν μία μακρινή απειλή. Ξαφνικά όμως την ζούμε έντονα και δίπλα μας. Ίσως λοιπόν έχουμε μία νέα ευκαιρία να ασχοληθούμε με τα ερωτήματα που για αιώνες τώρα η εκκλησία έχει ασκηθεί να αγωνίζεται να τα απαντήσει. Ίσως χρειάζεται μία νέα γλώσσα στις απαντήσεις της αλλά το περιεχόμενο είναι ήδη δοσμένο και δεδομένο, η Ανάσταση!
3. Η συνθήκη της “κοινωνικής απομόνωσης” ίσως γίνει ευκαιρία για οικοδόμηση “κοινότητας”. Μερικές φορές η έλλειψη μας βοηθά να “εκτιμήσουμε” κάτι που χάσαμε. Ποιος ξέρει ίσως η απουσία της εκκλησιαστικής σύναξης να λειτουργήσει αφυπνιστικά ώστε να επιδιώξουμε με μεγαλύτερη ζέση κάτι που συχνά δεν του δίνουμε ιδιαίτερη σημασία.
4. Ευκαιρία για στροφή στην εσωτερικότητα. Η “απόσταση” έχει να κάνει με τον χώρο αλλά έμμεσα και με τον χρόνο. Κάτι που βρίσκεται σε απόσταση θέλει περισσότερο χρόνο για να το φτάσεις. Ίσως λοιπόν εδώ να έχουμε μία ευκαιρία για να κατεβάσουμε ταχύτητα και να μάθουμε την αξία της αναμονής και του αναστοχασμού. Γράφει ο Ράμφος,
“Η μεγάλη ταχύτητα μάς είχε μάθει σε κάτι γρήγορο που ήταν ένα περιτύλιγμα του αγχώδους. Τώρα ήρθε η ώρα για το αργό: αργά διαβάσματα, αργά ενδιαφέροντα, να σκεφτόμαστε πολύ τα πράγματα, να τα ζυγίζουμε. Εκεί που κυνηγούσαμε αποτελέσματα, τώρα πρέπει να πλουτίσουμε τον χρόνο με μεγάλες στιγμές.”
5. Άφησα για το τέλος κάτι που πιστεύω ότι έχει ιδιαίτερη σημασία. Ίσως η κρίση αυτή, και ξαναλέω ίσως, να έχει μία επίδραση πάνω στην Ορθόδοξη εκκλησία. Μοιάζει η εκκλησία να προσγειώνεται αναγκαστικά και απότομα στην νεωτερικότητα. Το θέμα αυτό είναι πολύπλοκο και σύνθετο για αυτό και δεν θα μπούμε σε λεπτομέρειες. Δεν αναφέρομαι τόσο στο θέμα των σχέσεων πολιτείας και κράτους αλλά στην πραγματικότητα μιας εκκλησίας η οποία για αιώνες μένει αταλάντευτα “εγκλωβισμένη” στο άχρονο συμβολικό αλλά τώρα αναγκάζεται “εκ των πραγμάτων” να έρθει σε επαφή με τον χρόνο, την ιστορία και την πραγματικότητα.
Επίλογος
Κλείνοντας όπως σημειώνει ένας ορθόδοξος θεολόγος ας θυμηθούμε ότι για τους Χριστιανούς σε Ανατολή και Δύση διερχόμαστε την περίοδο της Σαρακοστής. Στο κέντρο της περιόδου αυτής είναι η ιδέα της “απόστασης”. Η νηστεία έχει ακριβώς αυτήν την λειτουργία – “μένουμε μακριά”, “κρατάμε απόσταση από”. Η απόσταση εδώ όμως έχει να κάνει κυρίως με τον χρόνο. Είναι σαράντα μέρες. Για να φτάσουμε στο τέρμα πρέπει να περιμένουμε, να κάνουμε υπομονή, να προετοιμαστούμε! Ποιο είναι το γεγονός προς το οποίο πορευόμαστε; Το Πάσχα! Η γιορτή της ζωής! Έτσι η Σαρακοστή είναι μία θερμοκήπιο ελπίδας. Ας ευχηθούμε η καραντίνα να είναι ένα άλλο είδος σαρακοστής που θα φωτιστεί από την πασχαλινή ελπίδα!
Γιώτης Κανταρτζής
(Πολλές από αυτές τις σκέψεις άντλησα από διάφορα κείμενα και συνεντεύξεις. Ενδεικτικά αναφέρω David Brooks, Pandemics Kill Compassion Too (New York Times), “Tι δείχνει η ιστορία: Οι επιδημίες αλλάξαν τον κόσμο”, (Protagon), Συνέντευξη Ράμφου στην Κατερίνα Ανέστη (iefimerida).)