Τον Αύγουστο του 1527 μ.Χ. στην Βιττεμβέργη εμφανίστηκε μία αναβίωση της επιδημίας του “μαύρου θανάτου” ή αλλιώς της “μαύρης” ή “βουβωνικής πανώλης”. Η γυναίκα του Λουθήρου, Καταρίνα φον Μπόρα, ήταν έγκυος. Αυτό όμως δεν τους εμπόδισε να μείνουν και να υπηρετήσουν όσους είχαν ανάγκη. Ποια ήταν η ποιμαντική συμβουλή του; Αξίζει να την διαβάσουμε και να την ακολουθούμε.
“Θα ζητήσω από τον Θεό να μας προστατέψει με το έλεός του. Μετά θα απολυμάνω, θα καθαρίσω τον αέρα, θα βοηθήσω ανθρώπους να πάρουν το φάρμακό τους και θα πάρω κι εγώ το δικό μου. Θα αποφύγω τόπους και πρόσωπα όπου η παρουσία μου δεν είναι απαραίτητη, ώστε να μην μολυνθώ κι ενδεχομένως να κάνω κακό και να μολύνω άλλους, κι έτσι να προκαλέσω τον θάνατό τους ως αποτέλεμα της αμέλειάς μου. Αν ο Θεός θέλει να με πάρει κοντά του, θα με βρει σίγουρα, και έχω κάνει αυτό που ανέμενε από μένα κι επομένως δεν ευθύνομαι ούτε για τον δικό μου θάνατο ούτε τον θάνατο άλλων. Αν παρ’ όλα αυτά ο γείτονάς μου με έχει ανάγκη, δεν θα αποφύγω τόπο ή πρόσωπο, θα πάω ελεύθερα όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Βλέπετε αυτή είναι μια τέτοιου είδους θεοσεβούμενη πίστη, γιατί δεν είναι ούτε εγωιστικά συντηρητική ούτε τολμηρά απερίσκεπτη, και δεν πειράζει τον Θεό.”
Luther’s Works; Vol. 43, σελ. 132