210 32 31 079 [email protected]
BLOG

Χριστιανική Ζωή

Η επισφαλής γοητεία του οράματος

Η επισφαλής γοητεία του οράματος

Ομιλία στην εκδήλωση προς τιμή του αείμνηστου Άργου Ζωδιάτη που διοργανώθηκε από την Ευαγγελική Εκκλησία Κατερίνης το Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2019

Με αφορμή το έργο του αείμνηστου Άργου Ζωδιάτη που ήταν κατεξοχήν έργο οραματιστικό θα ήθελα να σας καλέσω σε έναν γενικό αναστοχασμό περί οραματισμού. Διάλεξα αυτόν τον τίτλο γιατί αυτό που θα ήθελα να υποστηρίξω σήμερα είναι το ότι ο δρόμος του οραματιστή είναι γοητευτικός αλλά μπορεί να γίνει και επικίνδυνος.  Θα ξεκινήσω με έναν ορισμό που μας δίνει ο Bill Hybels, ιδρυτής και μέχρι πρότινος ποιμένας της εμβληματικής εκκλησίας Willow Creek Community Church στο Illinois. Στο βιβλίο του Courageous Leadership ορίζει τον οραματισμό ως εξής: “Ο οραματισμός είναι μία εικόνα του μέλλοντος που γεννάει πάθος” (σελ. 32).  Είναι μία εικόνα, ένα όνειρο, ένας πόθος για το μέλλον ο οποίος εμπνέει και φορτίζει με πάθοςτο παρόν. Ο ορισμός αυτός, γοητευτικός κι αυτός εκ πρώτης όψεως είναι όπως θα προσπαθήσω να δείξω, επισφαλής, δηλαδή κρύβει κινδύνους.

Ο πρώτος κίνδυνος είναι να μπερδέψουμε την προσωπική φιλοδοξία με τον οραματισμό. Ο οραματισμός, λοιπόν, σύμφωνα με τον παραπάνω ορισμό, αφορά σε μία εικόνα του μέλλοντος. Το ερώτημα είναι από πού και πώς προκύπτει αυτή η εικόνα; Πώς ξέρω ότι είναι μία αποκάλυψη του Θεού και όχι μία δική μου φιλοδοξία. Ο Νίκος Δήμου έγραψε το Ειρωνικό Νεοελληνικό Λεξικό διακωμωδώντας το πως συχνά κρύβουμε το τι πραγματικά θέλουμε να πούμε μέσα σε λέξεις ευηπόληπτες. Φοβάμαι ότι έχουμε και εμείς ένα παρόμοιο εκκλησιαστικό λεξικό. Για παράδειγμα, όταν κάποιος μας ζητήσει να κάνουμε κάτι εμείς λέμε “θα προσευχηθώ” και συχνά αυτό είναι ένας ευγενικός τρόπος για να πούμε “η απάντησή μου είναι όχι αλλά δεν θέλω να σου το πω ευθέως”. Ένα άλλο τέτοιο πολύ συχνό λεκτικό κόλπο είναι το να βαπτίζουμε φιλοδοξίες μας, επιθυμίες μας, ιδέες μας ακόμη και εμμονές μας ως “οραματισμούς”. 

Ένας άλλος κίνδυνος είναι αυτός που “βλέπει” να υποτιμήσει και να περιφρονεί αυτούς που “δεν βλέπουν”. Το πρόβλημα με τους περισσότερους οραματιστές είναι ότι βλέπουν κάτι που δεν βλέπουν οι υπόλοιποι. Κάτι το οποίο ανήκει στο μέλλον προφανώς δεν υπάρχει στο παρόν. Και εδώ είναι που μπορεί τα πράγματα να στραβώσουν. Συχνά άνθρωποι του οράματος χάνουν την υπομονή τους και εύκολα κουράζονται με ανθρώπους που δεν μπορούν να δουν πέρα από το εδώ και το τώρα. Κάτι που πρέπει να θυμούνται οι οραματιστές είναι πως είναι πολύ δύσκολο να σύρουν κάποιους προς κάτι το οποίο δεν έχουν οι ίδιοι δει. Άρα είναι σημαντικό να κοντοσταθούν και να βοηθήσουν τους άλλους. Το πρόβλημα είναι ότι συχνά οι οραματιστές είναι ανυπόμονοι και θέλουν να φτάσουν στο μέλλον γρήγορα. Εδώ βέβαια ισχύει η γνωστή παροιμία, “αν θες να πας γρήγορα πήγαινε μόνος σου. Αν θες να πας μακριά πήγαινε μαζί με άλλους”. 

Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα ένα ακόμη πιο σοβαρό πρόβλημα είναι το να ταυτιστεί κάποιος τόσο πολύ με το όραμά του που να αντιμετωπίζει κάθε έναν που με κάποιον τρόπο το αμφισβητεί ως αντίπαλο και ως εχθρό. Επιστρέφοντας στον ορισμό του Hybels σας θυμίζω ότι μιλά για “πάθος” και το πάθος ως γνωστόν τυφλώνει και ηλεκτρίζει με ένταση τα πάντα. Γράφει ο Hybels σε ένα σημείο του βιβλίου του πως όταν κάποιοι ηγέτες στην εκκλησία του δεν ήταν ιδιαίτερα ενθουσιασμένοι με τον οραματισμό του τους είπε “είμαι αποφασισμένος να συμμορφωθούμε με το θεόσταλτο σχέδιο αυτής της εκκλησίας… εάν κάποιος από εσάς νιώθει απρόθυμος να ταυτιστεί με αυτό το σχέδιο τότε είστε ελεύθεροι να βρείτε μιαν άλλη εκκλησιαστική διακονία που θα μπορέσετε να υπηρετήσετε” (σελ. 64). Ο Hybels περιέλαβε αυτό το περιστατικό στο βιβλίο του ως κάτι το θετικό. Προσωπικά το διάβασα με τρόμο. Πόσο σημαντικό είναι να μπορούμε να δεχτούμε την αμφισβήτηση και τον αντίλογο όταν φυσικά αυτός είναι καλόβουλος και τεκμηριωμένος. Πόσο ανάγκη είναι να περιστοιχιστεί ο οραματιστής από ανθρώπους που θα του πουν με ειλικρίνεια και αγάπη αυτό που πιστεύουν. Σε μία συγκλονιστική σκηνή από τον Βασιλιά Ληρ ο Κεντ προσπαθεί να ορθώσει αντίλογο στην απόφαση του βασιλιά και να τον αποτρέψει από μία ανόητη απόφαση για να εισπράξει την μήνιν του Ληρ. Ενώ ετοιμάζεται να τον σκοτώσει του λέει “Σκότωσε τον γιατρό σου, μήπως έτσι γιατρέψεις την άθλια πάθησή σου!” 

Ο τελευταίος κίνδυνος είναι το να μπερδέψουμε τον στόχο με τον δρόμο που μας οδηγεί εκεί. Τον σκοπό με τα μέσα εκπλήρωσής του. Μία από τις πιο χρήσιμες ιστορίες που διάβασα ποτέ μου ήταν για κάποια εταιρία που έκανε τρυπάνια. Κάλεσαν έναν σύμβουλο να τους βοηθήσει στον σχεδιασμό επειδή οι πωλήσεις τους δεν πήγαιναν καλά. Το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να τους ρωτήσει, τι είναι αυτό που κάνετε εδώ; Ποια είναι η αποστολή σας. Να φτιάχνουμε τρυπάνια, απάντησαν. Τότε εκείνος του είπε, όχι, η αποστολή σας είναι η τρύπα! Να φτιάχνετε τρύπες. Τα τρυπάνια είναι απλώς ένας τρόπος να το κάνετε. Ένας σημαντικός κίνδυνος για τους οραματιστές είναι να χάσουν το όραμα του τέλους, της μεγάλης εικόνας και να εγκλωβιστούν σε κάτι που απλά αφορά τον τρόπο, το μέσο και όχι τον σκοπό. Κοντολογίς εάν ο οραματιστής δεν είναι ευέλικτος μπορεί να γίνει εμμονικός, δύσκαμπτος και δυσάρεστος.

Άρα;

Άρα μάλλον χρειαζόμαστε ένα άλλο μοντέλο, μίαν άλλη προσέγγιση για να ορίσουμε την έννοια του οραματισμού. Ένα τρόπο που περιορίζει τους κινδύνους που μόλις αναφέραμε αλλά ταυτόχρονα αφήνει χώρο για να ανθίσουν και να καρπίσουν νέοι οραματισμοί. Έναν τέτοιο μας προσφέρει ένας άλλος ποιμένας, ο Τιμ Κέλλερ στο βιβλίο του Center Church. Εκεί προτείνει τον ακόλουθο ορισμό “ο θεολογικός οραματισμός είναι το όραμα του τι πρέπει να κάνεις με αυτό που πιστεύεις στον συγκεκριμένο τόπο και χρόνο που ζεις” (σελ. 18).  Υπάρχει μία βασική δομική διαφορά σε αυτόν τον οραματισμό σε σχέση με τον προηγούμενο που εξετάσαμε. Στον πρώτο ξεκινούμε από το μέλλον, σε αυτόν ξεκινούμε από το παρελθόν. Ο οραματισμός δεν γεννιέται από μία εικόνα στο μέλλον αλλά από μία αλήθεια αποκαλυμμένη στο παρελθόν. Η ερώτηση κλειδί δεν είναι “τι θέλω να δω στο μέλλον” αλλά “τι σημαίνει αυτό που μου έχει παραδοθεί για το παρόν”; Ξεκινώ λοιπόν από την δογματική και δοσμένη αλήθεια και παλεύω με το ερώτημα τι σημαίνει αυτό για μένα στο εδώ και στο τώρα. Ο οραματισμός λοιπόν, είναι “μία πιστή αναδιατύπωση του ευαγγελίου με πλούσιες εφαρμογές και αναγωγές για την ζωή, διακονία και αποστολή σε ένα είδος πολιτισμού σε κάποια δεδομένη περιόδο στην ιστορία”. Ο οραματισμός λοιπόν γεννιέται καθώς εφαρμόζεις τις αρχές του ευαγγελίου σε μια συγκεκριμένη συγκυρία. Ένας τέτοιος ορισμός πιστεύω μας δίνει ένα καλύτερο πλαίσιο για να πορευθούμε.  read more

Το βλέμμα του Θεού

Το βλέμμα του Θεού

Εδώ και καιρό έχει κολήσει στο νου μου μία φράση. Ξεκινώντας να μελετώ τους Ψαλμούς στην Νέα Μετάφραση από τους Εβδομήκοντα σκάλωσα στο εδ. 4 όπου ο ψαλμωδός λέει στον Θεό “απ’ το πρωί θ’ αποκριθείς στην προσευχή μου, όταν σταθώ μπροστά σου το πρωί και ρίξεις πάνω μου το βλέμμα σου”. Συνήθως είμαστε εμείς που στρέφουμε το βλέμμα μας στον Θεό. Εδώ όμως ο ψαλμωδός απλά στέκεται μπροστά στον Θεό και Αυτός τον βλέπει και έτσι ξεκινά την ημέρα του.

Το κείμενο που ακολουθεί είναι ίσως το καλύτερο σχόλιο για την σημασία της εμπειρίας αυτής. Είναι παρμένο από το βιβλίο του Pete Greig με τίτλο Dirty Glory: Go Where Your Best Prayers Take You (Λασπωμένη Δόξα: Πήγαινε εκεί που οι καλύτερες προσευχές σου σε οδηγούν).

“Με τα λόγια του Πάπα Φραγκίσκου: ‘Η προσευχή πρέπει να είναι μία εμπειρία εκχώρησης, παράδοσης στην οποία όλο το είναι μας εισέρχεται στην παρουσία του Θεού. Εκεί είναι που λαμβάνει χώρα ο διάλογος, η ακοή και η μεταμόρφωση. Βλέποντας τον Θεό αλλά κυρίως έχοντας την αίσθηση ότι Αυτός βλέπει εμάς’. Ο Πάπας παραδέχεται, ‘μερικές φορές αφήνω τον εαυτό μου να αποκοιμηθεί εκεί που κάθομαι αφήνοντας τον Θεό απλά να με βλέπει. Έχω την αίσθηση ότι είμαι στα χέρια κάποιου άλλου’. Μαθαίνοντας να κατοικούμε (ακόμη και να αποκοιμιόμαστε) μέσα στην αγάπη του Πατέρα κατά αυτό τον τρόπο, μοιάζει σαν προσβολή στο “στρατηγικό” τμήμα του εγκεφάλου μας… μία παραβίαση του εγώ, ένα είδος θανάτου. Μπορεί να μοιάζει ανεύθυνο, όπως τότε που ο Δαβίδ χόρευε γυμνός ενώ θα έπρεπε να τον απασχολεί η φήμη του ως ηγέτη του έθνους (Β’ Σαμ. 6:12 – 16). Μπορεί να φαίνεται υπερβολικό και υπερπνευματικό όπως η γλώσσα του Ψαλμωδού όταν λέει ότι “επιποθεί” και “λιποθυμεί” ή αλλιώς “λιώνει από τον πόθο” για να βρεθεί στον οίκο του Κυρίου (Ψαλμός 84). Ή ίσως να μοιάζει αφελές και σκανδαλώδες όπως τότε που η Μαρία στη Βηθανία έλουσε με ακριβό μύρο τα πόδια του Ιησού όταν τα λεφτά θα μπορούσαν να δωθούν για να τραφούν πεινασμένοι (Μάρκος 14:3-4). Μπορεί να είναι αντιπαραγωγικό όπως όταν ο Ιησούς ξενύχτησε προσευχόμενος ενώ χρειαζόταν να είναι φρέσκος και ξεκούραστος την επόμενη ημέρα (Λουκάς 6:12). Μπορεί να φανεί ακόμη και εγωιστικό όπως τότε που η Μαρία άφησε την αδελφή της να καθαρίζει πατάτες στην κουζίνα ώστε αυτή να μπορεί να κάτσει μπρος στα πόδια του Ιησού (Λουκάς 10:38 – 42)….“Το να είσαι μάρτυρας” λέει η συγγραφέας Madeleine L’Engle “σημαίνει να είσαι ένα ζωντανό μυστήριο. Σημαίνει να ζεις με τέτοιο τρόπο τη ζωή σου που να μην βγάζει κανέναν νόημα παρά μόνο εάν ο Θεός πραγματικά υπάρχει”.

Παλεύοντας με την Κατάθλιψη

Παλεύοντας με την Κατάθλιψη

Στο βιβλίο της Τζ. Κ. Ρόουλινγκ ο Χάρι Πότερ και ο αιχμάλωτος του Αζκαμπάν υπάρχουν κάτι τέρατα που στα Αγγλικά λέγονται Dementors και αποδίδονται στα Ελληνικά ως οι Παράφρονες. Φορούν μανδύες και έχουν τα πρόσωπά τους κρυμμένα κάτω από κουκούλες. Έχουν άδειες κόγχες για μάτια και μία μεγάλη τρύπα που ρουφά την ψυχή των ανθρώπων. Ακούστε την περιγραφή της συνάντησης του Χάρι με αυτά τα τέρατα.
Σιγά σιγά τα πράγματα γύρω του άρχισταν να θολώνουν, λες και έχανε το φως του.Τ’ αφτιά του άρχισαν να βουίζουν, λες και βρισκόταν μέσα στον νερό. Κι ενώ ο Χάρι είχε την αίσθηση πως βουλιάζει όλο και πιο βαθιά το βουητό στα αυτιά του δυνάμωνε… μια πυκνή λευκή ομίχλη τον τύλιγε και διαπερνούσε τα σωθικά του…” (σελ. 95). Λέει ο Ρον παρακάτω, “Είχα την αίσθηση πως δεν θα νιώσω χαρούμενος ποτέ πια στη ζωή μου

Σε άλλο σημείο του βιβλίου ο καθηγητής Λούπιν εξηγεί το τι κάνουν οι Παράφρονες,

Οι Παράφρονες είναι τα φρικτότερα πλάσματα αυτού του κόσμου. Κατοικούν στα πιο σκοτεινά και βρόμικα μέρη. Ευδομκιμούν στην αποσύνθεση και στην απόγωνση. Ρουφάνε τη γαλήνη, την ελπίδα και την ευτυχία από τον αέρα που τους περιβάλλει….Αν πλησιάσεις έναν Παράφρονα θα σου ρουφήξει κάθε ωραίο αίσθημα, κάθε γλυκιά ανάμνηση. Κι αν του δοθεί η ευκαιρία θα σε απομυζήσει μέχρι να συρρικνωθείς σε κάτι παρόμοιο με εκείνον – διαβολικό χωρίς ψυχή. Το μόνο που θα σου αφήσει είναι οι χειρότερες εμειρπίες της ζωής σου….

Η Τζ. Κ. Ρόουλινγκ έγραψε για τους Παράφρονες μέσα από την εμπειρία του δικού της αγώνα με την κατάθλιψη. Για αυτό και η περιγραφή είναι τόσο ρεαλιστική και ακριβής. Πώς παλεύεις με αυτά τα τρομέρα τέρατα;

Στην Αγία Γραφή, στο Α’ Βασιλέων 19, υπάρχει μία ιστορία η οποία περιγράφει την εμπειρία της συνάντησης του προφήτη Ηλία με το τέρας της κατάθλιψης. Διαβάζουμε,

Ο Ηλίας φοβήθηκε και σηκώθηκε κι έφυγε για να σώσει τη ζωή του. Πήγε στη Βέερ-Σεβά, που ανήκει στο βασίλειο του Ιούδα, και άφησε τον υπηρέτη του εκεί. Ο ίδιος βάδισε μιας μέρας δρόμο στην έρημο κι ήρθε και κάθισε κάτω από ένα σπαρτόδεντρο. Παρακαλούσε να πεθάνει κι έλεγε: «Αρκετά ως εδώ, Κύριε! Πάρε τη ζωή μου, γιατί εγώ δεν είμαι καλύτερος από τους προγόνους μου». Μετά ξάπλωσε και τον πήρε ο ύπνος εκεί, κάτω από το σπαρτόδεντρο.”

Ένα ανεξέλεγκτο αίσθημα θλίψης που σε κυριεύει και πια δεν το ελέγχεις. Νιώθεις ότι τίποτε δεν έχει νόημα και πως δεν έχει πια καμία αξία. Δεν μπορείς να κάνεις τίποτα και απλά θέλεις να κοιμάσαι. 

Πώς λοιπόν αντιμετωπίζουμε αυτήν την κατάσταση;

  1. Δεχόμαστε φροντίδα

Στην ιστορία του Ηλία εμφανίζεται ένας άγγελος. Και είναι σημαντικό ότι δεν του λέει “μη φοβάσαι” ή “θα έπρεπε να ντρέπεσαι” ή “πίστευε στον Θεό και όλα θα πάνε καλά”. Απλά του λέει “Σήκω, φάγε”.

Και η αφήγηση συνεχίζει,“Εκείνος γύρισε να δει και στο προσκεφάλι του ήταν μια λαγάνα ψημένη σε καυτές πέτρες και ένα κανάτι νερό. Έφαγε, ήπιε και ξάπλωσε πάλι. 7Αλλά ο άγγελος του Κυρίου τον άγγιξε για δεύτερη φορά και του είπε: «Σήκω, φάγε, γιατί έχεις ακόμη πολύ δρόμο μπροστά σου».

Ο Ηλίας είχε ανάγκη από φροντίδα. Και μερικές φορές αυτό που χρειαζόμαστε είναι κάποιος να μας φροντίσει. Κάποιες φορές η φροντίδα αυτή θα πρέπει να γίνει από κάποιον ειδικό, από έναν γιατρό και μπορεί να αφορά φαρμακευτική βοήθεια και θεραπεία. Όλα αυτά είναι απολύτως θεμιτά και “πνευματικά”. Ο Ηλίας έπρεπε να φάει κάτι! Και το φαγητό, και τους γιατρούς, και τα φάρμακα ο Θεός τα έχει δώσει και ο Θεός τα χρησιμοποιεί για τους σκοπούς Του και για το καλό μας!

2. Χρειαζόμαστε ανθρώπους γύρω μας

Μία ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια είναι ότι σύμφωνα με το εδ. 3 ο Ηλίας λίγο πριν κυλήσει στην κατάθλιψη άφησε τον υπηρέτη του πίσω. Έμεινε μόνος. Εκτός από την πραγματικότητα της αυτοαπομόνωσής του υπήρχε και η εντύπωση. Έτσι αισθανόταν να είναι μόνος του! Λέει στον Θεό δύο φορές:

Εκείνος απάντησε: «Εγώ αγωνίστηκα με μεγάλο ζήλο για σένα Κύριε, Θεέ του σύμπαντος. Αλλά οι Ισραηλίτες αθέτησαν τη διαθήκη σου, γκρέμισαν τα θυσιαστήριά σου και κατέσφαξαν τους προφήτες σου· μόνον εγώ απέμεινα και ζητούν κι εμένα να με θανατώσουν». (εδ. 10)

Αυτός απάντησε: «Εγώ αγωνίστηκα με μεγάλο ζήλο για σένα Κύριε, Θεέ του σύμπαντος. Αλλά οι Ισραηλίτες αθέτησαν τη διαθήκη σου, γκρέμισαν τα θυσιαστήριά σου και κατέσφαξαν τους προφήτες σου· μόνον εγώ απέμεινα και ζητούν κι εμένα να με θανατώσουν». (εδ. 14)

Νομίζει ότι είναι μόνος. Ο Θεός όμως του λέει στο εδ. 18 ότι υπάρχουν άλλοι εφτά χιλιάδες που θα μπορούσαν να σταθούν δίπλα του! Και πόσο τους έχει ανάγκη. Μην μένεις μόνος λοιπόν αλλά ζήσε μέσα στην κοινότητα της πίστης. 

3. Διαλέγουμε την φωνή που θα ακούμε

Στο εδ. 2 διαβάζουμε “Τότε εκείνη έστειλε αγγελιοφόρο στον Ηλία και του είπε: «Να με τιμωρήσουν οι θεοί, αν αύριο τέτοια ώρα δε σου κάνω ό,τι έκανες εσύ στους προφήτες»”. Είναι ενδιαφέρον ότι η λέξη “αγγελιοφόρος” είναι η ίδια με αυτήν που συναντούμε στο εδ. 5 όπου ο Θεός στέλνει τον “άγγελό” του. Ο Ηλίας έχει δύο φωνές που ακούει. Η μία του μιλά για φόβο και σκοτάδι. Η άλλη για φροντίδα και αγάπη. Κι ο Ηλίας θα πρέπει να θυμίζει τον εαυτό του ότι πρέπει να επιλέγει κάθε φορά και κάθε μέρα να ακούει την φωνή της αλήθειας. 

4. Αφήνουμε τον Θεό να εμφανιστεί όπως Εκείνος ξέρει

Ο Ηλίας πηγαίνει στο όρος του Θεού! Κατασκηνώνει εκεί, στο όρος Χωρήβ (άλλη ονομασία για το όρος Σινά). Εκεί δύο φορές ο Θεός του λέει “τι θέλεις εδώ”. Παλιά νόμιζα ότι ο Θεός τον μάλωνε. Δηλαδή του έλεγε “τι δουλειά έχεις εδώ” ή “δεν θα έπρεπε να είσαι εδώ”. Πιστεύω όμως ότι ο Θεός θέλει να τον βοηθήσει να ξεκαθαρίσει τι περιμένει από τον Θεό. Συχνά περιμένουμε από τον Θεό να εμφανιστεί με κάποιον συγκεκριμένο τρόπο. Πρέπει όμως να τον αφήσουμε να εργαστεί με τον τρόπο που Εκείνος θα επιλέξει. Άλλες φορές θα έρθει σαν φωτιά ή σαν δυνατός άνεμος ή σαν σεισμός. Άλλες σαν λεπτό αεράκι. Πολλές φορές “δεν βλέπουμε” τον Θεό επειδή περιμένουμε να Τον δούμε να εμφανίζεται με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Ο Θεός πάντα είναι εκεί και είναι παρών με τους δικούς Του τρόπους και για το καλό μας.  read more

Βάζοντας “σημάδια” και το θέλημα του Θεού

Βάζοντας “σημάδια” και το θέλημα του Θεού

Μία αρκετά δημοφιλής πρακτική στο πλαίσιο της αναζήτησης του θελήματος του Θεού είναι το να βάζουμε σημάδια. Έτσι πολλοί θεωρούν ότι μπορούν να υποβάλλουν στον Θεό κάποιους όρους. Αν γίνει αυτό ή το άλλο τότε θα ξέρω ότι με καλείς σε αυτό ή σ’ εκείνο. Όσοι ακολουθούν αυτήν την πρακτική την στηρίζουν κυρίως σε δύο περιστατικά από την Παλαιά Διαθήκη. Το πρώτο αφορά τον δούλο του Αβραάμ που ζητά στην προσευχή του από τον Θεό ένα σημάδι για να βρει την κατάλληλη νύφη για τον Ισαάκ (Γένεσις 24). Το δεύτερο αφορά τον Γεδεών που επιδιώκει επιβεβαίωση από τον Θεό για την κλήση Του ζητώντας δύο σημάδια (Κριτές 6). Θα ήθελα να προτείνω ότι μία προσεκτική εξέταση των δύο αυτών περιστατικών όχι μόνο δεν πρέπει να μας κάνει να ακολουθούμε αυτήν την πρακτική αλλά μάλλον θα πρέπει να μας κάνει ιδιαίτερα προσεκτικούς και επιφυλακτικούς.

Ας δούμε το πρώτο περιστατικό με τον δούλο του Αβραάμ που αναζητά νύφη για τον Ισαάκ (Γένεσις 24). Πριν περάσουμε να δούμε τα σημάδια αξίζει να κάνουμε μερικές γενικότερες παρατηρήσεις που αφορούν τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουμε τις βιβλικές ιστορίες. Αν δηλαδή ανεπεξέργαστα θεωρούμε πως ότι συνέβη σε μία αφήγηση είναι δεσμευτικό για μας τότε από την ιστορία αυτήν θα συμπεράναμε ότι οι γάμοι πρέπει να γίνονται με συνοικέσιο ή ότι πρέπει να παντρευόμαστε μόνο πρόσωπα από την γενέτειρά μας, μιας και τα δύο αυτά στοιχεία είναι μέρος της αφήγησης. Πρέπει λοιπόν να διευκρινήσουμε πως το γεγονός ότι κάτι έγινε και η Βίβλος το καταγράφει, δεν σημαίνει αυτόματα ότι καλώς έγινε και ότι πρέπει πάντα να γίνεται. Ας έρθουμε όμως στα σημάδια. Στην πραγματικότητα αυτό που λέει ο δούλος στον Θεό είναι ότι η γυναίκα που θα διαλέξει για τον Ισαάκ θα πρέπει να είναι φιλόξενη και εργατική. Διαβάζουμε,“Θα πω σε μια κόρη: “κατέβασέ μου τη στάμνα σου να πιω”. Αν εκείνη μου αποκριθεί: “πιες, και θα ποτίσω και τις καμήλες σου”, τότε θα καταλάβω ότι αυτή θα είναι που προόρισες για το δούλο σου τον Ισαάκ. Έτσι θα ξέρω ότι έδειξες την εύνοιά σου στον κύριό μου” (Γεν. 24:14). Το σημείο που ζητά δεν είναι κάτι το παράξενο, το αλλόκοτο και το απίθανο. Είναι αυτό που καθένας θα ήθελε για την νύφη του! Το πρώτο, να είναι φιλόξενη, καθώς θα προσφέρει σε έναν ξένο ένα ποτήρι νερό. Το δεύτερο, να είναι εργατική, μιας και μία διψασμένη καμήλα χρειάζεται περίπου 95 κιλά νερό για να ξεδιψάσει και ο δούλος του Αβραάμ είχε 10 καμήλες! Σε όλη την διαδικασία ο δούλος του Αβραάμ σκέφτεται και αναλύει τα δεδομένα. Στο εδ. 21 διαβάζουμε, “Ο άνθρωπος την κοιτούσε σιωπηλός και με προσοχή, για να διακρίνει αν ο Κύριος είχε φέρει σε αίσιο τέλος το ταξίδι του ή όχι.”

Περνώντας τώρα στο περιστατικό με τον Γεδεών αξίζει να σημειώσουμε ότι κατ’ ουσίαν δεν έχει να κάνει με την ανακάλυψη του θελήματος του Θεού. Ο Θεός αποκάλυψε ξεκάθαρα το θέλημά του στον Γεδεών! Το θέμα του Γεδεών ήταν η δειλία και ατολμία του. Τα σημάδια που ζητά δεν αποσκοπούν στο να βρει το θέλημα του Θεού αλλά στο να βρει το θάρρος να το ακολουθήσει. Η εμπειρία του είναι ανάλογη με αυτήν του Μωυσή όταν τον καλεί ο Θεός να ηγηθεί της Εξόδου. Στο κεφ. 4 μετά από μία διαδικασία αμφιβολιών ο Θεός του δίνει ένα σημείο για να τον πείσει. Του ζητά να ρίξει το ραβδί του κάτω το οποίο και μετατρέπει σε φίδι. Στη συνέχεια τον καλεί να πιάσει το φίδι από την ουρά και αυτό αμέσως γίνεται ραβδί. Επιστρέφοντας στον Γεδεών παρατηρούμε ότι το σημάδι με την προβειά στους Κριτές 6:36 – 40 δεν είναι το πρώτο σημάδι που δίνει ο Θεός στον Γεδεών. Νωρίτερα στην αφήγηση ο άγγελος του Κυρίου εμφανίζεται από το πουθενά στον ανυποψίαστο Γεδεών και τον καλεί να οδηγήσει τον Ισραήλ για να νικήσει τους κατακτητές του Μαδιανίτες. Ο Γεδεών δεν είχε ιδέα για το ποιος είναι αυτός που του μιλά. Οι γονείς του λάτρευαν τον Βαάλ όπως μαρτυρεί η συνέχεια της ιστορίας. Είναι λοιπόν απόλυτα φυσικό να ζητά κάποιο σημάδι και είναι απόλυτα αναμενόμενο ο Θεός να του δίνει! Μπορούμε άραγε εμείς με τόσο παρελθόν φανέρωσης της δύναμης και παρουσίας του Θεού στη ζωή μας και στην ιστορία να περιμένουμε την ίδια μεταχείριση; Μία τέτοια απαίτηση τελικά φανερώνει πίστη ή μήπως ανωριμότητα; 

Κλασσικές Δικαιολογίες

Κλασσικές Δικαιολογίες

Στο περιστατικό της συνάντησης του Αβραάμ με τον Φιλισταίο βασιλιά Αβιμέλεχ στην Γένεση 20, ο άνθρωπος της πίστης φέρεται με απιστία και με δόλο. Κρύβει το γεγονός ότι η Σάρα είναι γυναίκα του και έτσι θέτει σε κίνδυνο ένα ολόκληρο έθνος αλλά και την εκπλήρωση της διαθήκης του Θεού! Όταν ο Αβιμέλεχ τον ελέγχει τότε ο Αβραάμ δικαιολογείται. Αξίζει να δούμε τις δικαιολογίες του.

Η πρώτη είναι στο εδ. 11 “Σκέφτηκα απλώς ότι δεν υπάρχει καθόλου φόβος Θεού σ’ αυτόν τον τόπο, και θα με σκότωναν εξαιτίας της γυναίκας μου”. Ρίχνει το βάρος της ευθύνης στους άλλους. Οι άλλοι είναι κακοί και εγώ δεν είχα κάποια άλλη επιλογή. Μετά συνεχίζει στο εδ. 12 “Κι έπειτα είναι πράγματι αδερφή μου· είναι κόρη του πατέρα μου, όχι όμως και της μάνας μου. Γι’ αυτό και έγινε γυναίκα μου”. Ένας άλλος κλασσικός τρόπος να δικαιολογηθούμε είναι να παίξουμε με το γράμμα του νόμου αγνοώντας την ουσία. Να μην πούμε ψέμα χωρίς όμως να τελικά να λέμε την αλήθεια. Μπορεί λοιπόν όντως να ήταν και ετεροθαλής αδελφή του. Κυρίως όμως ήταν γυναίκα του! Στο εδ. 13, o Αβραάμ λέει και κάτι ακόμη. Διαβάζουμε, “τής είπα: “Έτσι θα δείξεις την αγάπη σου σ’ εμένα: σε κάθε τόπο που θα πηγαίνουμε, θα λες για μένα ότι είμαι αδερφός σου”. Σαν να λέει, “το έκανα κι άλλη φορά και δεν υπήρχε πρόβλημα”, ή “μα πάντα αυτό κάνω”. Φυσικά εδώ ο αναγνώστης της Γένεσις ξέρει από το κεφ. 12 ότι πράγματι ο Αβραάμ το ξαναέκανε αλλά επίσης το πόσο καταστροφικό απέβη. Όμως, η πιο κλασσική και συνάμα επικίνδυνη δικαιολογία  είναι αυτή που βρίσκουμε στην αρχή του εδ. 13, όπου ο Αβραάμ λέει, “όταν ο Θεός με οδήγησε μακριά από την πατρίδα μου στην ξενητειά, τής είπα: “Έτσι θα δείξεις την αγάπη σου σ’ εμένα: σε κάθε τόπο που θα πηγαίνουμε, θα λες για μένα ότι είμαι αδερφός σου”. Δείτε ότι τελικά ρίχνει την ευθύνη στον Θεό. Σε αυτό μας θυμίζει τον Αδάμ και την περίφημη φράση του “η γυναίκα που μου έδωσες…”. Είναι ο Θεός, παραπονιέται ο Αβραάμ, που τον οδηγεί από εδώ και από εκεί μακριά από την πατρίδα του. Είναι ο Θεός που τον βάζει σε όλες αυτές τις επικίνδυνες περιπέτειες. Τι θα περίμενε να κάνει; Αφού ο Θεός τον εκθέτει σε τόσους κινδύνους τότε αυτός θα πρέπει με κάποιον τρόπο να προστατευθεί. Φυσικά, πίσω από όλα αυτά κρύβεται η απιστία του στις υποσχέσεις του Θεού. Τελεία και παύλα. 

Pin It on Pinterest